Η απίστευτη επιβίωση του Λίνκολν Χολ: Ο άνθρωπος που “πέθανε” στο Έβερεστ και βρέθηκε ζωντανός την επόμενη μέρα
Τα τελευταία χρόνια τα social media γεμίζουν με βίντεο, μαρτυρίες και ντοκουμέντα για τους τεράστιους κινδύνους της ανάβασης στο Έβερεστ. Η διαβόητη «ζώνη του θανάτου», πάνω από τα 8.000 μέτρα, είναι το σημείο όπου ο ανθρώπινος οργανισμός αρχίζει ουσιαστικά να καταρρέει. Εκεί, σε μια αφιλόξενη, παγωμένη και σχεδόν εξωγήινη πραγματικότητα, γράφτηκε μια από τις πιο συγκλονιστικές ιστορίες επιβίωσης, αυτή του Αυστραλού ορειβάτη Λίνκολν Χολ.
Τον Μάιο του 2006, ο 50χρονος Χολ συμμετείχε σε μεγάλη αποστολή προς την κορυφή. Μετά από ώρες εξάντλησης, σύγχυσης και σοβαρής υψομετρικής ασθένειας, οι σύντροφοί του προσπάθησαν μάταια να τον συνεφέρουν. Όταν σταμάτησε να αντιδρά, του αφαίρεσαν τον εξοπλισμό – μάσκα οξυγόνου, σχοινιά, γάντια – και τον άφησαν σε μια στενή προεξοχή στα 8.500 μέτρα, θεωρώντας ότι είχε εκπνεύσει. Το μήνυμα προς την οικογένειά του ήταν σαφές: ο Λίνκολν Χολ είχε πεθάνει.
Κι όμως, ο Χολ ζούσε. Το επόμενο πρωί, ένας ορειβάτης από τις ΗΠΑ, ο Νταν Μαζούρ, ανέβαινε την ίδια διαδρομή μαζί με Σέρπα οδηγούς και δύο ακόμη ορειβάτες. Τον είδαν καθισμένο στο χείλος του γκρεμού, εξαντλημένο, ημιγυμνό, χωρίς οξυγόνο, χωρίς προστατευτικό εξοπλισμό, κοιτάζοντας το κενό. «Πρέπει να εκπλήσσεστε που με βλέπετε εδώ», είπε με σπασμένη φωνή. Για τον Μαζούρ και την ομάδα του, δεν υπήρξε στιγμή δισταγμού: εγκατέλειψαν την προσπάθεια κορυφής και έμειναν μαζί του για τέσσερις ώρες, προσπαθώντας να τον κρατήσουν ζωντανό.
Η θερμοκρασία ήταν -30°C, τα δάχτυλά του είχαν κιτρινωπή όψη από τα κρυοπαγήματα και ο εγκέφαλός του είχε επηρεαστεί τόσο από την έλλειψη οξυγόνου που πίστευε ότι βρισκόταν σε… πλοίο. Η ομάδα του έδωσε νερό, σοκολάτες και λίγο οξυγόνο από εφεδρική φιάλη. Σταδιακά άρχισε να επανέρχεται και χάρη στο λογότυπο του μπουφάν του εντοπίστηκε η ομάδα του, που ειδοποιήθηκε ότι ο “νεκρός” ορειβάτης ήταν ζωντανός.
Η διάσωση θεωρήθηκε άθλος. Ο Χολ μεταφέρθηκε σε χαμηλότερο υψόμετρο και νοσηλεύτηκε με σοβαρά κρυοπαγήματα, χάνοντας τις άκρες ορισμένων δαχτύλων. Αργότερα έγραψε βιβλία, έγινε ομιλητής και αφιερώθηκε σε φιλανθρωπικό έργο. Πέθανε το 2012, όχι από τις κακουχίες του Έβερεστ, αλλά από καρκίνο λόγω έκθεσης σε αμίαντο στην παιδική ηλικία.
Η ιστορία του Λίνκολν Χολ αποτελεί μέχρι σήμερα μια σπάνια υπενθύμιση ότι, ακόμα και στο πιο επικίνδυνο σημείο του πλανήτη, η ανθρώπινη ζωή αξίζει πάντα περισσότερο από οποιαδήποτε κορυφή.




