Site icon e-Peiraias

Όταν η επιστολική ψήφος γίνεται εργαλείο πολιτικής σκοπιμότητας

Βουλή κατά τη συνεδρίαση της προανακριτικής επιτροπής

η Αργυρώ Παπαδάτου

Στο πλαίσιο της χθεσινής συνεδρίασης της προανακριτικής επιτροπής που διερευνά τις καταγγελίες εναντίον μελών της κυβέρνησης, αναδείχθηκαν σοβαρά ζητήματα που αφορούν τη νομιμότητα και την ορθή λειτουργία της διαδικασίας.

Καταρχάς, η απουσία του Προέδρου της Βουλής σε όλη τη διάρκεια των συνεδριάσεων δημιούργησε κενά στην εποπτεία της διαδικασίας και έδωσε την εντύπωση υπονόμευσης της θεσμικής αρμοδιότητας που έχει να διασφαλίζει τη νομιμότητα και τη διαφάνεια. Η παρουσία του ΠτΒ θα μπορούσε να αποτρέψει πολλές από τις αμφιλεγόμενες πρακτικές που ακολούθησαν.

Επιπλέον, η μη ουσιαστική συμμετοχή της Ευρωπαίας Εισαγγελέα, που θα μπορούσε να εξασφαλίσει μια ανεξάρτητη και διαφανή διερεύνηση, εγείρει ερωτήματα σχετικά με το εύρος και τη σοβαρότητα της έρευνας. Η ουσιαστική συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς αποτελεί προϋπόθεση για την αξιοπιστία της διαδικασίας.

Το πιο κρίσιμο ζήτημα, ωστόσο, είναι η χρήση περίπου 60 επιστολικών ψήφων, που εφαρμόστηκαν με σκοπό την εξασφάλιση πλειοψηφίας υπέρ της κυβέρνησης στην επιτροπή. Σύμφωνα με το άρθρο 70Α του Κανονισμού της Βουλής, η επιστολική ψήφος αποτελεί μια εργαλειακή λύση που επιτρέπεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως σοβαρά θέματα υγείας, ταξίδια στο εξωτερικό για υπερωριακούς λόγους, εγκυμοσύνη, ή άλλες εξαιρετικές καταστάσεις που εμποδίζουν τη φυσική παρουσία του βουλευτή. Η χρήση της σε αυτή την προανακριτική διαδικασία για πολιτικούς σκοπούς παραβιάζει το πνεύμα του κανονισμού και υπονομεύει την κανονικότητα της διαδικασίας.

Παράλληλα, το άρθρο 68 του Συντάγματος ορίζει τις προϋποθέσεις για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής, θέτοντας ως προαιρετική την απαιτούμενη ειδική πλειοψηφία για την έναρξη της διαδικασίας. (Συγκεκριμένα, το άρθρο 68 προβλέπει ότι η Βουλή μπορεί, ύστερα από πρόταση ενός πέμπτου των βουλευτών και απόφαση της πλειοψηφίας, να συγκροτήσει επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης σχετικά με πράξεις υπουργών ή υφυπουργών. Πρόκειται δηλαδή για το συνταγματικό θεμέλιο κάθε προανακριτικής επιτροπής.) Η πλειοψηφία, όμως, οφείλει να σέβεται το κοινοβουλευτικό πλαίσιο και να αποφύγει πρακτικές που νοθεύουν τη δημοκρατική βούληση. Η χθεσινή επιστροφή του απαιτούμενου αριθμού βουλευτών στην ολομέλεια, με σκοπό να αποφευχθεί η κήρυξη της ψηφοφορίας ως άκυρης και να μην γίνει μυστική ψηφοφορία, υποδηλώνει μια προσπάθεια τεχνητής διαμόρφωσης του αποτελέσματος και συνιστά πλήγμα στον κοινοβουλευτικό θεσμό.

Επιπλέον, οι προστακτικές εντολές που επιρρίπτονται στον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, δια μέσου στενών συνεργατών όπως ο Τριαντόπουλος και ο Καραμανλής, αποκαλύπτουν μια προσπάθεια αποφυγής πολιτικής ευθύνης που δεν έχει σχέση με ζητήματα όπως ο πληθωρισμός, όπως προσπαθούν να παρουσιάσουν.

Η ιστορική αναφορά στην υπόθεση Βατοπεδίου και τη δίκη Παυλίδη (2008-2009, κυβέρνηση Καραμανλή) επανέρχεται ως παράδειγμα παλαιότερων πολιτικών και νομικών κρίσεων που αφορούν την ίδια ουσία: τη διαφάνεια, την ευθύνη και τη νομιμότητα. Οι αναφορές αυτές που ακούστηκαν και στη χθεσινή Βουλή υπογραμμίζουν την ανάγκη για αδιάβλητες διαδικασίες χωρίς πολιτικές υπεκφυγές.

Συμπέρασμα

Η χθεσινή συνεδρίαση της προανακριτικής επιτροπής ανέδειξε κινδύνους για τη νομιμότητα και την αξιοπιστία της διαδικασίας. Η υπέρβαση των ορίων του Κανονισμού, η εργαλειακή χρήση της επιστολικής ψήφου και οι τεχνικές ελιγμοί εις βάρος της διαφάνειας υπονομεύουν τον κοινοβουλευτικό θεσμό και τη δημοκρατία. Η τήρηση των άρθρων 68 και 70Α, αλλά και το πνεύμα του Συντάγματος, πρέπει να αποτελέσουν την κορωνίδα της διαδικασίας, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και να διασφαλιστεί η δίκαιη και αμερόληπτη διερεύνηση κάθε υπόθεσης.

Exit mobile version