14.3 C
Athens

«Να με εκτελέσετε με τη φανέλα του Ολυμπιακού»: Η συγκλονιστική ιστορία του Νίκου Γόδα που έφυγε όρθιος

Must read

Ο άνθρωπος που μεταμόρφωσε τη φανέλα σε σύμβολο αξιοπρέπειας

Υπάρχουν ιστορίες που ξεπερνούν τον αθλητισμό, τη μνήμη, ακόμη και τον ίδιο τον θάνατο. Η ιστορία του Νίκου Γόδα είναι μία από αυτές. Ο ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού που γεννήθηκε στο Αϊβαλί, μεγάλωσε στην Κοκκινιά και τίμησε την ερυθρόλευκη φανέλα με ιδρώτα και ταλέντο, δεν έμεινε στην ιστορία για τα γκολ του αλλά για την τελευταία του επιθυμία: «Να μου ρίξετε με τη φανέλα του Ολυμπιακού και να μην μου δέσετε τα μάτια». Στις 19 Νοεμβρίου 1948 εκτελέστηκε στο Λαζαρέτο της Κέρκυρας, μετατρέποντας τη φανέλα που φορούσε σε αιώνιο σύμβολο αντίστασης και περηφάνιας, σε μια Ελλάδα βαθιά πληγωμένη από Εμφύλιο, φόβο και διχασμό.

Από το Αϊβαλί στην Κοκκινιά – τα πρώτα βήματα και το ταλέντο που ξεχώρισε

Ο Γόδας ήρθε στην Ελλάδα ως προσφυγόπουλο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Από τη Μυτιλήνη στην Κρήτη, και από εκεί στον Πειραιά, έζησε τα δύσκολα χρόνια της προσφυγιάς. Ανήλικος ακόμη, δούλευε στο εργοστάσιο του Κεραμεικού, μόλις λίγα μέτρα από το σημερινό Καραϊσκάκη. Εκεί ξεκίνησε να παίζει μπάλα με την ομάδα των εργατών, τραβώντας αμέσως την προσοχή του Ολυμπιακού που τον υπέγραψε σε ηλικία 17 ετών.

Παίζοντας στο δεξί άκρο της επίθεσης, ο Γόδας χαρακτηρίστηκε «καλλιτέχνης» από τους συμπαίκτες του. Ταυτόχρονα διατηρούσε ρεμπέτικο μαγαζί, τα «Αραπάκια», ένα μικρό άντρο μουσικής όπου πέρασαν Τσιτσάνης, Βαμβακάρης και ο νεαρός τότε Μανώλης Χιώτης.

Ο πόλεμος και η ένταξη στον ΕΛΑΣ – η Μάχη της Ηλεκτρικής

Με την Κατοχή, ο Γόδας εντάχθηκε στον ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ανέπτυξε έντονη αντιστασιακή δράση. Συμμετείχε σε κρίσιμες επιχειρήσεις, και ανάμεσά τους στη Μάχη της Ηλεκτρικής στο Κερατσίνι — μια από τις σημαντικότερες αντιστασιακές μάχες, αφού το εργοστάσιο παρείχε ρεύμα στο λεκανοπέδιο και η ανατίναξή του από τους Γερμανούς θα παρέλυε την Αθήνα.

Στο πλευρό του Γόδα εκείνη τη μέρα βρέθηκαν μορφές όπως ο Ανδρέας Μουράτης, μετέπειτα άσος του Ολυμπιακού, και ο Βασίλης Βέγγος, πατέρας του Θανάση, που ειδοποίησε τους αντάρτες για τα σχέδια των Γερμανών.

Ο Γόδας πολέμησε στη Μάχη της Κοκκινιάς, στα Δεκεμβριανά στο νεκροταφείο της Ανάστασης και αργότερα βγήκε στο βουνό, μαχόμενος μέχρι που η πνευμονία τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Αθήνα, όπου συνελήφθη ύστερα από προδοσία.

Οι φυλακές, η φανέλα και η πίστη

Πέρασε από Αβέρωφ, Αίγινα και Κέρκυρα. Ακόμη και στη φυλακή συνέχισε να παίζει ποδόσφαιρο σε ομάδα κρατουμένων, αλλά ποτέ δεν αποχωρίστηκε τη ριγωτή ερυθρόλευκη που είχε κρεμασμένη στο κελί του — η τελευταία του πανοπλία.

Η δίκη-παρωδία – ένα στημένο σκηνικό εκδίκησης

Η δίκη του «Ασύλου της Κοκκινιάς» κατέληξε σε κωμικοτραγική παρωδία. Μάρτυρες κατηγορίας ήταν ταγματασφαλίτες και συνεργάτες των κατακτητών, που μετά την Απελευθέρωση παρουσιάζονταν ως «εθνικόφρονες». Κανείς δεν αναγνώρισε τον Γόδα ως δολοφόνο. Κανείς δεν είπε «τον είδα». Αλλά το όνομά του αρκούσε.

Ακόμη και ο διακεκριμένος νομικός Κωνσταντίνος Τσουκαλάς παραιτήθηκε από συνήγορος υπεράσπισης καταγγέλλοντας την κατάσταση: από ουρλιαχτά, απειλές κατά δικηγόρων, μέχρι μάρτυρες που βρίσκονταν στο Μπλόκο της Κοκκινιάς στο πλευρό των Ναζί.

Από τους 26 κατηγορούμενους, οι 21 καταδικάστηκαν σε θάνατο.

Το τέλος στο Λαζαρέτο – η τελευταία επιθυμία

Στις 19 Νοεμβρίου 1948, ο Νίκος Γόδας μεταφέρθηκε για εκτέλεση. Φορώντας την ερυθρόλευκη και αρνούμενος να υπογράψει δήλωση μετανοίας, προχώρησε μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα.

Στην ερώτηση «ποια είναι η τελευταία σας επιθυμία;», απάντησε:
«Να με δολοφονήσετε με τη φανέλα του Ολυμπιακού και να μην μου δέσετε τα μάτια. Θέλω να βλέπω τα χρώματα της ομάδας μου πριν τη χαριστική βολή».

Λίγο πριν φύγει, γύρισε στους συγκρατούμενούς του:
«Νενικήκαμεν. Ζήτω οι ολυμπιονίκες του σοσιαλισμού. Γεια σας συναθλητές μου».

Κανείς από τον Ολυμπιακό τότε δεν παρενέβη. Σύμφωνα με μαρτυρίες, όταν ο Μουράτης ρώτησε τον πρόεδρο Μανούσκο αν η ομάδα μπορεί να βοηθήσει, η απάντηση ήταν:
«Όπως έστρωσε ας κοιμηθεί».

Η αιώνια κόκκινη σπίθα

Ο Γόδας έπεσε νεκρός, αλλά η φανέλα του έμεινε να ανεμίζει. Έγινε σύμβολο, όχι μόνο για τον Ολυμπιακό, αλλά για κάθε άνθρωπο που αντιστέκεται, που δεν υποτάσσεται, που επιλέγει να φύγει όπως έζησε: με αξιοπρέπεια.

- Advertisement -spot_img

More articles

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

- Advertisement -spot_img

Latest article