Με αφορμή την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, ο 95χρονος Σταύρος Κολτσάκης μίλησε στον ΑΝΤ1 για τα παιδικά του χρόνια μέσα στον πόλεμο, την απώλεια του πατέρα του και την προσπάθεια επιβίωσης της οικογένειάς του στα μαύρα χρόνια της Κατοχής.
«Λέγομαι Κολτσάκης Σταύρος, είμαι 95 χρονών και 7 χρονών πήγα σχολείο στην Παλιά Κοκκινιά. Όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος το ’40, ήμουν 9 χρονών. Ο πατέρας μου ήταν ναυτικός και όταν έγινε η επιστράτευση τον πήραν και τον έστειλαν στην Αλβανία», θυμάται. «Ύστερα ήρθαν και οι Γερμανοί στην Ελλάδα. Μαζεύαν τους Ιταλούς και τους καθάριζαν», λέει ο ίδιος περιγράφοντας τη σκληρή εκείνη εποχή.
Η καθημερινότητα τότε, όπως θυμάται, ήταν αγώνας επιβίωσης. «Δεν είχαμε τι να φάμε. Ήρθε η μεγάλη πείνα. Στο σπίτι υπήρχε ένα αδελφάκι μικρό και ο αδελφός μου, που ήταν δυο χρόνια μεγαλύτερος. Ο πατέρας μου γύρισε για λίγο γιατί γέννησε η μητέρα μου το τέταρτο παιδί, όμως μπήκε στο Ναυτικό Νοσοκομείο Πειραιώς με κρυοπαγήματα. Εγώ του πήγαινα ένα κομμάτι ψωμί κάθε πρωί. Την έβδομη μέρα μου είπαν ότι πέθανε. Δεν ήξεραν καν πού ήταν η σορός του· τους έπαιρναν πέντε-πέντε και τους έθαβαν στην Ανάσταση, στα Ταμπούρια».
Ο ηλικιωμένος Πειραιώτης συγκλονίζει λέγοντας ότι ποτέ δεν βρήκε τον τάφο του πατέρα του, όσο κι αν έψαξε. «Έκατσα με δυο παιδιά και μάθαμε την ανάποδη γλώσσα, για να μη μας καταλαβαίνουν, γιατί είχαν και ρουφιάνους οι Γερμανοί. Έκανα αντίσταση χωρίς να το καταλαβαίνω. Σώσαμε πολλούς ανθρώπους. Έμαθα και μερικές λέξεις στα Γερμανικά».
Ανακαλεί στη μνήμη του και ένα περιστατικό από την Κατοχή: «Στην Κέκροπος και Παπαστράτου υπήρχε ένα καφενεδάκι του μπάρμπα Γιώργη. Έξω στεκόταν ένας Γερμανός σκοπός. Του πήγαινα κάθε μέρα καφέ και με άφηνε να μπαίνω στο εργοστάσιο του Αγίου Γεωργίου, για να πάρω αλεύρι. Έτσι ζούσαμε».
Κλείνοντας, ο 95χρονος στέλνει ένα μήνυμα στις νεότερες γενιές:
«Να είναι πατριώτες, να μη σπαταλούν το φαγητό και να αγαπούν τον συνάνθρωπο. Βλέπω στη Γάζα τα παιδιά να πεθαίνουν και πονάω. Εύχομαι να μη ζήσουν τα παιδιά σας και τα εγγόνια σας τον πόλεμο. Να έχουν καλοσύνη, να αγαπούν την πατρίδα και να είναι ευγενείς».

