Με σημερινή απόφασή της (32/2020) η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα γνωμοδότησε σε ό,τι αφορά την αναγραφή της διαγωγής στα απολυτήρια και τους τίτλους σπουδών, αλλά και στον τρόπο απαλλαγής των μαθητών από το μάθημα των Θρησκευτικών ότι είναι αντίθετη στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο η αναγραφή της διαγωγής στα απολυτήρια (παραβιάζει το συνταγματικό δικαίωμα προστασίας προσωπικών δεδομένων) και ότι για λόγους συνείδησης -και όχι «θρησκευτικής»- πρέπει να γίνεται η απαλλαγή από τα Θρησκευτικά.
Η αναγραφή της διαγωγής καταργήθηκε πριν 3 χρόνια, με τον Ν.4485/207 και ότι επανήλθε φέτος με το άρθρο 5 του Ν.4692/2020.«Όταν η Υπουργός Παιδείας έφερε αυτόν τον νόμο στη Βουλή, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής διαπίστωσε ότι η αναγραφή της διαγωγής στο απολυτήριο θα συνιστούσε παραβίαση προσωπικών δεδομένων, αντίστοιχα και προς την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (με πρόεδρο Σακελλαροπούλου) με την οποία καταργήθηκε η αναγραφή του θρησκεύματος στα απολυτήρια» αναφέρει ο Βασίλης Σωτηρόπουλος και προσθέτει:
Η απόφαση 32/2020, υπέβαλε την διάταξη αυτή σε έλεγχο συμβατότητας προς το Ευρωπαϊκό δίκαιο, δηλαδή προς τον #GDPR και έκρινε ως εξής:
– Ο χαρακτηρισμός της διαγωγής των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχει πράγματι παιδαγωγικό χαρακτήρα και αποσκοπεί στην αξιολόγηση της συμπεριφοράς των μαθητών, στην επιβράβευση της προσήκουσας συμπεριφοράς ή στον εντοπισμό ενδεχόμενων προβλημάτων και στην καλύτερη παιδαγωγική αντιμετώπισή τους στο πλαίσιο της σχολικής ζωής. Υπό τα δεδομένα αυτά, ο χαρακτηρισμός της διαγωγής ενός μαθητή και η διατήρησή της στο σχολικό αρχείο εξυπηρετούν θεμιτούς σκοπούς και δεν προσκρούουν στη νομοθεσία περί προστασίας προσωπικών δεδομένων.
– Ωστόσο, οι απολυτήριοι τίτλοι και τα πιστοποιητικά σπουδών, συνιστούν έγγραφα αποδεικτικά της φοίτησης, της επίδοσης και της ολοκλήρωσης ενός σταδίου εκπαίδευσης των μαθητών. Κατά συνέπεια, η αναγραφή της διαγωγής στους τίτλους σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 5 του ΓΚΠΔ, καθόσον πρόσβαση στα έγγραφα αυτά χορηγείται και σε τρίτα πρόσωπα/αρχές, η δε αναγραφή της διαγωγής δεν είναι αναγκαία και ανάλογη του επιδιωκόμενου και εξυπηρετούμενου σκοπού αυτών των τίτλων, ο οποίος είναι η πιστοποίηση της φοίτησης και επίδοσης των μαθητών και της ολοκλήρωσης της εκπαίδευσής τους.
– Περαιτέρω, η αναγραφή της διαγωγής στους τίτλους σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε αρνητικές αξιολογήσεις για την προσωπικότητα των μαθητών/τέως μαθητών εκ μέρους τρίτων προσώπων που θα έχουν νομίμως πρόσβαση στους τίτλους αυτούς.
– Επειδή δε η διαγωγή αποτυπώνει την αξιολόγηση των αρμόδιων σχολικών οργάνων για τη συμπεριφορά του μαθητή κατά τη διάρκεια του σχολικού του βίου, η αναγραφή της διαγωγής μετά την αποφοίτηση του μαθητή στον τίτλο σπουδών του ενδέχεται να δημιουργήσει εσφαλμένες εντυπώσεις όσον αφορά τη μεταγενέστερη συμπεριφορά και προσωπικότητα του μαθητή που μπορεί να έχει αλλάξει μετά την αποφοίτησή του από το σχολείο.
– Υπό το πρίσμα αυτό, μετά την αποφοίτηση του μαθητή από το σχολείο η αναγραφή της διαγωγής στους τίτλους σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καθίσταται πλέον ανεπίκαιρο δεδομένο, η διατήρηση του οποίου δεν δικαιολογείται –κατά τα προεκτεθέντα- με βάση τους επιδιωκόμενους από τους σκοπούς που επιδιώκονται με τους τίτλους σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
– Οίκοθεν νοείται ότι εάν ο αποφοιτήσας μαθητής-υποκείμενο των δεδομένων επιθυμεί τη χορήγηση βεβαίωσης για τη διαγωγή του, μπορεί να το ζητήσει ειδικώς με αίτησή του προς τη διεύθυνση του σχολείου και η τελευταία υποχρεούται να τη χορηγήσει.”