Ακούμε κάθε ημέρα για τους νεκρούς από τον κορωνοϊό: ανάλογα την ημέρα 30, 40, 50 απώλειες. Και όλοι μας, όπου και αν ζούμε σκεφτόμαστε πόσο θα αυξηθούν αυτά τα νούμερα.
Ποιος είναι ο κίνδυνος για εμάς; Απειλούμαστε; Όλες αυτές οι σκέψεις είναι λογικές και ανθρώπινες. Όμως δεν μπορούν να τις κάνουν πλέον ούτε αυτοί που έφυγαν, ούτε οι οικογένειές τους. Αυτές οι οικογένειες δεν σκέφτονται τα ενθαρρυντικά νέα για τα εμβόλια: σκέφτονται τους αγαπημένους που έχασαν. Κάθε μέρα υπάρχουν 30, 40, 50 οικογένειες που πονούν και πενθούν. Περισσότερες ακόμα που φοβούνται για τους ανθρώπους τους που είναι στην εντατική.
Εμείς από την άλλη, σήμερα, αύριο και μεθαύριο θα ακούσουμε πάλι τα νούμερα. Ίσως να ανεβαίνουν, και μαζί με τα νούμερα θα αυξάνεται και ο φόβος. Μετά, θα αρχίσουν να μειώνονται και θα παίρνουμε πάλι μια ανάσα.
Αλλά όσοι έφυγαν δεν θα γυρίσουν πίσω. Θα μείνουν μόνο στις στατιστικές και στις επιστημονικές ανακοινώσεις. Δεν ξέρουμε ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, και σπάνια μαθαίνουμε τα ονόματά τους, εκτός από κάποιους επώνυμους. Δεν πρέπει αυτοί οι άνθρωποι να φύγουν σαν ένας αριθμός, να μείνουν σαν στατιστική. Γιατί είναι δικοί μας άνθρωποι. Είναι αυτοί που χάνουμε από κοντά μας, άδικα.