✍️ ο Λυκούργος Χατζάκος
Η περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου αποτελεί ένα από τα πλέον κρίσιμα γεωπολιτικά πεδία στον κόσμο. Πρόκειται για έναν χώρο, όπου συμπλέκονται οικονομικά, ενεργειακά, στρατιωτικά και πολιτικά συμφέροντα, καθιστώντας τον πεδίο ανταγωνισμού αλλά και συνεργασίας για τις χώρες της περιοχής και τις μεγάλες δυνάμεις. Η Νοτιοανατολική λεκάνη της Μεσογείου, έχει μια αξία που προκύπτει όχι μόνον γιατί η περιοχή φαντάζει σαν «Ιερό Δισκοπότηρο» ενεργειακών πόρων όπως οι υδρογονάνθρακες και η ηλεκτρική ενέργεια, και την νέα χάραξη οδών μεταφοράς αυτών προς την Δύση, αλλά και σαν μια περιοχή που συναντώνται οι σπουδαιότερες θαλάσσιες οδοί από την Ανατολή και την Δύση μέσω του Σουέζ και του Γιβραλτάρ, οι οποίοι αποτελούν τους πνεύμονες αναπνοής των Ευρωπαϊκών μετακινήσεων ανθρώπων και αγαθών προς τον υπόλοιπο κόσμο.
Οικονομική και Ενεργειακή Σημασία
Η ανακάλυψη μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο (όπως το Λεβιάθαν στο Ισραήλ, το Αφροδίτη στην Κύπρο και το Ζορ στην Αίγυπτο) έχει μετατρέψει την περιοχή σε παγκόσμιο ενεργειακό κόμβο. Η προοπτική εξαγωγής αυτών των πόρων προς την Ευρώπη, είτε μέσω αγωγών είτε μέσω υγροποίησης (LNG), δημιουργεί νέους άξονες συνεργασίας, αλλά και τριβές σχετικά με τις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ) και τα δικαιώματα έρευνας.
Σημαντικά κοιτάσματα έχουν ανακαλυφθεί σε αυτήν και ανακαλύπτονται συνεχώς, ιδιαίτερα στην ΝΑ πλευρά της, καθιστώντας αυτήν την περιοχή ένα κέντρο που συγκεντρώνει το παγκόσμιο ενδιαφέρον.
Εκτιμήσεις ειδικών υποστηρίζουν ότι, το 18% της θαλάσσιας μεταφοράς πετρελαίου διακινείται μέσω αυτής. Αν και σημαντικά κοιτάσματα είχαν ανακαλυφθεί στο παρελθόν στους θαλάσσιους χώρους της Αιγύπτου και της Λιβύης, εν τούτοις οι πρόσφατες σημαντικές ανακαλύψεις στις θαλάσσιες περιοχές του Ισραήλ, καθώς και αυτές που συνεχίστηκαν στην Κύπρο και στα όρια με την Αίγυπτο, αναπτέρωσαν το Ευρωπαϊκό -και όχι μόνον- ενδιαφέρον. Και αυτό διότι σε μια απρόσμενη συγκυρία, συμπίπτουν η πρόκληση της ύπαρξης σημαντικών πόρων σε Κράτη Ευρωπαϊκά ή σε διακείμενα φιλικά προς την Δύση και εκείνης της δυνατότητας μεταφοράς τους, μέσω εδαφών που παρέχουν ασφάλεια, διαφοροποιώντας τις παλιές παραδοσιακές διαδρομές.
Στον οδικό χάρτη της ΕΕ για την ενέργεια και σε σχετική απόφαση της, δίνεται έμφαση στην άμεση ανάπτυξη των πηγών αυτών καθώς και στην υλοποίηση των οριοθετήσεων των θαλασσίων ζωνών.
Μια εκτίμηση του USGS (US Geological Survey), ίσως ελαφρά αισιόδοξη, εκτιμά ένα μέγεθος περίπου 15 τρις. εκατ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, διαμορφώνοντας μια στρατηγική ενεργειακή υπεραξία για την μελλοντική εξέλιξη της περιοχής
Οι Κύριες Δυνάμεις της περιοχής και οι Σχέσεις τους
Ελλάδα και Κύπρος: Αποτελούν τον βασικό άξονα σταθερότητας. Μέσα από διμερείς και τριμερείς σχηματισμούς, ενισχύουν τη στρατιωτική και διπλωματική τους συνεργασία με χώρες της περιοχής, όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος, με στόχο την προάσπιση των κυριαρχικών τους δικαιωμάτων έναντι της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής.
Τουρκία: Επιδιώκει να αναδειχθεί σε περιφερειακή ηγέτιδα δύναμη. Η ρητορική της αμφισβητεί τις θαλάσσιες ζώνες της Ελλάδας και της Κύπρου, προωθώντας τη θεωρία της “Γαλάζιας Πατρίδας” που διεκδικεί τεράστιες θαλάσσιες εκτάσεις. Η Τουρκία χρησιμοποιεί την ενεργειακή και στρατιωτική της παρουσία ως εργαλείο για την επιβολή των συμφερόντων της.
Οι ανακαλύψεις των κοιτασμάτων φυσικού αερίου και υδρογονανθρακων, προκάλεσαν το ενδιαφέρον και στην αναθεωρητική Τουρκία, η οποία καταπατώντας κάθε έννοια διεθνούς δικαίου και με προβολή ισχύος και απειλές, απαίτησε όχι μόνον να διεκδικήσει μερίδιο που δεν της ανήκει, αλλά να αποτελέσει παράγοντα που θα αναστέλλει κάθε στρατηγική αξιοποίησης αν δεν προβλεπόταν η συμμετοχή της.
Η υπογραφή του λεγόμενου Τουρκολιβυκού Μνημονίου, που επιχειρεί να οριοθετήσει θαλάσσιες ζώνες καταπατώντας το διεθνές δίκαιο και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, αποτελεί μια ξεκάθαρη απόδειξη της τουρκικής αναθεωρητικής πολιτικής. Το μνημόνιο αυτό, το οποίο αγνοεί τη νησιωτικότητα και την ύπαρξη της Κρήτης, δημιουργεί μία νέα πηγή έντασης στην περιοχή, υπονομεύοντας την περιφερειακή ασφάλεια και την ενεργειακή συνεργασία. Ενισχύει την επιθετική ρητορική της Άγκυρας και δείχνει την αποφασιστικότητά της να επιβάλει τις διεκδικήσεις της με μονομερείς ενέργειες, αψηφώντας τις διεθνείς συμφωνίες.”
Ισραήλ: Έχει αναδειχθεί σε στρατηγικό εταίρο της Ελλάδας και της Κύπρου –σχέση η οποία πρέπει να διατηρηθεί και να εμβαθύνει- κυρίως λόγω της κοινής ανησυχίας για την τουρκική επιθετικότητα. Η συνεργασία είναι πολύπλευρη, περιλαμβάνοντας την ενέργεια (αγωγός EastMed), την άμυνα και κοινές στρατιωτικές ασκήσεις.
Αίγυπτος: Η Αίγυπτος διαδραματίζει επίσης κομβικό ρόλο. Η οριοθέτηση της ΑΟΖ της με την Ελλάδα αποτελεί ένα σημαντικό διπλωματικό βήμα που ενισχύει τον άξονα συνεργασίας και δημιουργεί ένα νομικό πλαίσιο που περιορίζει τις τουρκικές διεκδικήσεις. Αρκεί η ελληνική πλευρά να ακολουθήσει με συνέπεια την πολιτική την οποία έχει χαραχθεί και ακολουθείται μέχρι σήμερα, από την περίοδο κατά την οποία ο Ευάγγελος Βενιζέλος ήταν στο Υπουργείο Εξωτερικών.
Ρόλος των Διεθνών Δυνάμεων
ΗΠΑ: Οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν τη σταθερότητα και την αποφυγή μιας σύγκρουσης μεταξύ των Νατοϊκών συμμάχων τους, Ελλάδας και Τουρκίας. Ενισχύουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην περιοχή, συνεργαζόμενες τόσο με την Ελλάδα όσο και με την Τουρκία, προσπαθώντας να διατηρήσουν τις ισορροπίες. Ατυχώς, αφ’ ενός το Αμερικανικό ενδιαφέρον τρέφεται προς την Νότια Θάλασσα της Κίνας (ενδεικτική είναι η Συμφωνία AΚUS)· αφ’ ετέρου, η σημερινή Προεδρία των ΗΠΑ στερείται αξιοπιστίας, σοβαρού σχεδιασμού και κύρους.
Ρωσία: Η Ρωσία έχει έντονα συμφέροντα στην περιοχή, κυρίως μέσω της ναυτικής της βάσης στη Συρία και των ενεργειακών της συμφωνιών. Παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, καθώς η γεωπολιτική της επιρροή επηρεάζεται άμεσα από τις συμμαχίες που διαμορφώνονται.
Ευρωπαϊκή Ένωση: Η Ε.Ε. ενδιαφέρεται άμεσα για την ενεργειακή ασφάλεια και τη σταθερότητα στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, καθώς η περιοχή αποτελεί μια πιθανή εναλλακτική πηγή εφοδιασμού με φυσικό αέριο. Παρά τη γενική αυτή κατεύθυνση, η στάση των κρατών-μελών προς τις τουρκικές προκλήσεις ποικίλλει.
Η Γαλλία είναι ένας από τους πλέον ένθερμους υποστηρικτές της Ελλάδας και της Κύπρου, κυρίως λόγω των δικών της στρατηγικών συμφερόντων στην περιοχή (που σχετίζονται με την παρουσία της στη Λιβύη και τον ρόλο της ως ναυτικής δύναμης στη Μεσόγειο) και την επιθυμία της να περιορίσει την τουρκική επιρροή.
Αντίθετα, η Γερμανία και άλλες χώρες διατηρούν μια πιο μετριοπαθή στάση, κυρίως λόγω των ισχυρών οικονομικών τους σχέσεων με την Τουρκία, των φόβων για πιθανή μεταναστευτική κρίση και της προσπάθειάς τους να διατηρήσουν τις ισορροπίες εντός του ΝΑΤΟ. Αυτές οι εσωτερικές διαφορές συχνά καθυστερούν την υιοθέτηση μιας ενιαίας, ισχυρής ευρωπαϊκής απάντησης απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις.
Η Ε.Ε. αν επιθυμεί να καταστεί υπολογίσιμος, στρατηγικός παίκτης, οφείλει να συγκροτήσει κατάλληλους θεσμούς και να χαράξει ενιαία πολιτική εξωτερικών και αμύνης. Διαφορετικά, το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης, θα φθίνει μέχρι την τελική διάλυση.